Συγγραφέας: Χ. Καλτσίδας
Από την αρχαιότητα μέχρι και την εποχή της αναγέννησης ο Χορός ήταν βασικά ιερός, όπου κάθε κίνηση είχε ένα συμβολικό λόγο και τίποτα δεν ήταν αυθαίρετο.
Ο χορός είναι η έκφραση του ρυθμού και της αρμονίας της Φύσης και του Σύμπαντος. Σε όλους τους πολιτισμούς βρίσκουμε χορούς που με τις κινήσεις μιμούνται τη δημιουργία του κόσμου, την τροχιά των πλανητών γύρω από τον Ήλιο, τους αγωγούς της ανθρώπινης Ψυχής και τη διαδρομή της ανάμεσα στον κόσμο των σκιών, μέσα στο Λαβύρινθο.
Στην Ελλάδα έχουμε έναν πολιτισμό, στον οποίο ο χορός ξεκίνησε αρχικά ως ουσιώδες στοιχείο της θρησκείας και σαν σημαντικό μέσο στρατιωτικής εκπαίδευσης.
Βαθμιαία έγινε μέρος του αναπτυσσόμενου ελληνικού θεάτρου και στη συνέχεια μέρος της λαϊκής ψυχαγωγίας. Πάντοτε οι Έλληνες είχαν μεγάλη υπόληψη στο χορό. Μια από τις Μούσες όμοια σε βάση με τις Μούσες της επικής ποίησης και της μουσικής, ήταν η Τερψιχόρη, η Μούσα του Χορού.
Ο σεβασμός για το χορό βασίστηκε στην ολοκληρωμένη φιλοσοφία των Ελλήνων κατά τη διάρκεια του 6ου και 5ου αιώνα π.Χ, όπου η πίστη τους στην παράλληλη εκπαίδευση του πνεύματος και του σώματος είναι ουσιώδεις εκφράσεις της ανθρώπινης εξέλιξης.
Είτε είναι Ιερός χορός είτε είναι Λαϊκός χορός, ο χορευτής βρίσκεται μόνος μπροστά στο μεταφυσικό άγνωστο, η ομάδα βρίσκεται ενωμένη στην κοινωνική της λειτουργία. Σε αυτές τις δύο στοιχειώδεις μορφές πρέπει να ψάξουμε και να βρούμε την καταγωγή και την πραγματικότητα κάθε χορού.
Οι Αρχαίοι Έλληνες γνώριζαν ότι ο χορός είναι μετάδοση της έκστασης. Είναι η διδασκαλία του ενθουσιασμού, στην κυριολεξία της λέξης: αίσθημα της παρουσίας του θεού και κοινωνία της ύπαρξής του. Και ασφαλώς εδώ βρίσκεται η "χάρη" του χορού. Η "χάρη" με την αισθητική και ταυτόχρονα με τη θρησκευτική σημασία του όρου: παρουσία του πνεύματος μέσα στη σάρκα.
Ανάλογα με το χαρακτήρα του κάθε χορού, ο Πλάτων διαιρούσε τους χορούς σε τρεις κατηγορίες: α) τους Πολεμικούς, β) τους Θρησκευτικούς, γ) τους Ειρηνικούς.
Πολλοί από τους πολεμικούς χορούς μετατρέπονται σε θρησκευτικούς ενώ οι ειρηνικοί χοροί διαιρούνται σε χορούς ιδιωτικής ζωής και σε χορούς θεάτρου.
Σχεδόν όλοι αυτοί οι χοροί είχαν ιδιαίτερη μυστικιστική σημασία και προσπαθούσαν να περάσουν μηνύματα στους ανθρώπους, στο να μπορέσουν να δουν ότι αποτελούν και αυτοί αναπόσπαστο κομμάτι της φύσης. Ο άνθρωπος μπορεί να χορεύει την εξέλιξη την προσωπική, την εξέλιξη της ψυχής, την εξέλιξη του Σύμπαντος και η ιστορία μας δείχνει κυκλικούς χορούς ή σπειροειδής μορφής.
Ακόμα και σήμερα σε διάφορα μέρη της Ελλάδας χορεύεται ο χορός του Θησέα ή αλλιώς ο χορός του Λαβύρινθου. Είναι ακριβώς αυτός ο λαβύρινθος ένα από τα σύμβολα της εξέλιξης του ανθρώπου. Όπως ο άνθρωπος που με κυκλικές μορφές πηγαίνει στο βάθος του εαυτού του, βγαίνει και συνεχίζει ώσπου νικάει τον Μινώταυρο, σύμφωνα με τον μύθο. Κι έρχεται η δεύτερη φάση του χορού, που ο άνθρωπος νικάει τον λαβύρινθο, βγαίνοντας από εκεί νικητής.
Ο Πυρρίχιος επίσης αναφέρεται από τους μυθικούς χρόνους. Η Πυρρίχη όρχησης λέγεται ότι είναι επινόηση της θεάς Αθηνάς ή των Διόσκουρων. Δέχονταν ότι μέσω του χορού αυτού πέρα από την πολεμική εξάσκηση ήταν μέσο καθαρμού για τον χορευτή και γίνονταν άξιος της εύνοιας και προστασίας των θεών.
Όπως είναι γνωστό οι αρχαίοι Έλληνες λάτρευαν έναν ορισμένο αριθμό θεοτήτων. Μέσα από τους μύθους γνωρίζουμε ότι η κάθε μία από αυτές τις θεότητες είχε ειδικές ιδιότητες, δυνάμεις και λατρευτικούς τρόπους.
Έτσι λοιπόν τα τυπικά, οι ιεροτελεστίες της γονιμότητας γίνονταν προς τιμή του Διόνυσου, του θεού της γονιμότητας και του κρασιού.. Οι χορευτές εκτελούσαν αυτούς τους ρόλους φορώντας κοστούμια τράγου. Αγώνες που περιλάμβαναν χορούς με τραγωδούς γίνονταν κατά τη διάρκεια του 6ου αιώνα π.Χ και έγιναν γνωστοί σαν διαγωνισμοί ή τραγούδι των τραγωδών απ' όπου προκύπτει και η λέξη τραγωδία...
Επίσης η παράδοση αναφέρει ότι όταν η αρχαία Αθήνα ήταν ακόμα ένας μικρός συνοικισμός, έφερναν το σιτάρι ή τα σταφύλια για να τα αλωνίσουν και να τα πατήσουν αντίστοιχα. Για να γίνει η κίνηση πιο οργανωμένη και πιο αποτελεσματική, απόκτησε ρυθμό. Οι πατητές μετακινούνταν ρυθμικά, γυροφέρνοντας πάνω στο ρυθμό του τραγουδιού. Η ρυθμική αυτή κίνηση που διαρκεί πολύ ώσπου να έρθει η ζάλη από την κούραση έφερνε στους ανθρώπους που δούλευαν μια μεταδοτική έκσταση. Οι πατητές που θα τους αντικαθιστούσαν ήταν καθισμένοι γύρω από το πατητήρι πάνω σε πέτρινα πεζούλια, ενώ ο υπόλοιπος πληθυσμός ύψωνε πίσω τους μια σειρά από κερκίδες για να συμμετέχει κι αυτός στα τραγούδια και στους χορούς και σε αυτή τη θεία έκσταση.
Έτσι σιγά-σιγά άρχισε πιθανότατα να διαμορφώνεται η αρχιτεκτονική του ελληνικού θεάτρου. Εκεί στο κέντρο θα δημιουργηθεί αργότερα ο χώρος της ορχήστρας (Ο όρος ορχήστρα σήμαινε το κυκλικό τμήμα του θεάτρου που προορίζονταν για χορό στην εξωτερική της μορφή. Στην εσωτερική της όμως μορφή η κυκλική πορεία του χορού και το κυκλικό του σχήμα συμβολίζει τη συσπείρωση των ατομικών δυνάμεων και την ενίσχυση παράλληλα της ομάδας για την νίκη κάθε τι κακού ή κάποιου προερχόμενου κινδύνου που απειλεί την ομάδα), διότι εκεί στο κέντρο βρίσκονταν εκείνοι που ζουν ενεργητικά τη δημιουργία του κρασιού και επικαλούνται με τις κινήσεις και τα τραγούδια τους τον θεό-προστάτη του τρύγου ή του θερισμού και γύρω τους σε κυματοειδείς κύκλους κάθονται εκείνοι που συμμετέχουν στο θείο δράμα της εργασίας, της δημιουργίας, της έκστασης, με το οποίο τελείται ο ερχομός και η παρουσία του θείου στην ανθρώπινη ύπαρξη.
Ανάμεσα στις άλλες θεότητες στις οποίες εκτελούνταν γιορτές με χορούς ήταν ο Απόλλων και η αδελφή του Άρτεμις στους Δελφούς και στο ιερό νησί της Δήλου.
Ο Απόλλων θεωρούνταν ότι είχε υπαγορεύσει τους κανόνες της χορογραφίας.
Παρόμοια είχαν γιορτές η Αθηνά, η Εκάτη, η Δήμητρα και η Περσεφόνη με δικούς τους λατρευτικούς τρόπους και με θρησκευτικούς χορούς κατά τη διάρκεια του χρόνου. Οι Θρησκευτικοί χοροί στην αρχαία Ελλάδα ήταν πάρα πολλοί, όμως οι πιο γνωστοί θα αναφερθούν πιο κάτω.
Ο Παιάν που τον τραγουδούσαν και τον χόρευαν στην αρχή προς τιμή του Απόλλωνα για να σταματήσουν οι ασθένειες και αργότερα προς τιμή και άλλων θεών όπως του Ασκληπιού , του Πάνα, της Αθηνάς και άλλων. Ήταν μία δέηση ή μια προσευχή για την καταπολέμηση των ασθενειών. Αργότερα τον χόρευαν για να εκφράσουν τη χαρά, την επιτυχία ή τη νίκη τους.
Υπάρχουν επίσης πλήθος από χορούς που χόρευαν οι γυναίκες προς τιμή της εκάστοτε θεότητας όπως τα Άνθεα και τα Παρθένεια που ήταν αφιερωμένοι στην Ήρα, ο χορός των Πεπλοφόρων για τη Δήμητρα και φορούσαν τα πέπλα σε ανάμνηση της θεάς που καλυμμένη με πέπλο αναζητούσε την κόρη της, ο χορός της Καλαθίσκου που ονομάστηκε από το χαρακτηριστικό καπέλο που φορούσαν οι κοπέλες όταν χόρευαν.
Ο χορός λοιπόν για τους αρχαίους Έλληνες ήταν ένας ολοκληρωμένος τρόπος να ζούνε τον κόσμο γιατί ήταν γνώση, τέχνη και θρησκεία ταυτόχρονα. Ήταν η πλήρης σοφία που αποτελούσε τη δημιουργική δύναμη του κάθε ανθρώπου που ολοένα αναγεννιέται και δρα στην ψυχή του. Έτσι η παράδοση ενεργοποιεί το μύθο, την πράξη του να ξαναζείς την αρχή, το ξεκίνημα του ανθρώπου και του θείου που ο ίδιος ο άνθρωπος φέρνει μέσα του και αυτό που είναι το μέλλον του, η δική του εξέλιξη.