Εμπειρίες ανθρώπων.
Όλοι μας έχουμε λίγο πολύ εξοικειωθεί με ιστορίες ανθρώπων που μιλούν για φαινόμενα που δεν μπορούν οι ίδιοι να εξηγήσουν με τη λογική. Οι εμπειρίες τους αυτές καλούνται “μεταφυσικές” και αντιμετωπίζονται διαφορετικά από τον κάθε άνθρωπο, μάρτυρα, απλό ακροατή ή μελετητή των φαινομένων αυτών. Στο άρθρο που ακολουθεί θα ασχοληθούμε με ένα θέμα που οι περισσότεροι, απασχολημένοι με τις πιθανές ερμηνείες των παράξενων εμπειριών, παραβλέπουν να μελετήσουν και αυτό είναι οι ψυχολογικές αντιδράσεις των ανθρώπων που βιώνουν μια μεταφυσική εμπειρία. Στη μελέτη μας αυτή, θα μας βοηθήσουν οι “αληθινές” ιστορίες συνανθρώπων μας, όπως μου τις περιέγραψαν σε κατ’ ιδίαν συνομιλίες μας. Η ανωνυμία που μου ζητήθηκε, επιβάλει την απλή αναφορά σε αυτούς με τα αρχικά του ονόματός τους.
Ψυχολογία και Παραψυχολογία.
Η Ψυχολογία είναι η επιστήμη που ασχολείται με τη μελέτη του εσωτερικού, ψυχικού κόσμου του ατόμου, βασιζόμενη πάνω σε έρευνα, της οποίας τα αποτελέσματα μπορούν να επαληθευτούν από πολλούς ανεξάρτητους ερευνητές και οι πρακτικές που χρησιμοποιεί στοχεύουν στη μεταστροφή του ψυχικού κόσμου του ατόμου προς το καλύτερο.
Ο όρος “Παραψυχολογία” αναφέρεται σε φαινόμενα της ανθρώπινης ύπαρξης που δεν μπορούν να εξηγηθούν επαρκώς από την επιστήμη. Αυτή η αδυναμία κατανόησης και εξήγησης, οδηγεί μερικούς ανθρώπους να υποστηρίξουν την άποψη ότι αυτά τα φαινόμενα δεν υφίστανται ως πραγματικότητα, άρα ανήκουν στη σφαίρα της φαντασίας. Για αυτή την ομάδα ανθρώπων, ο όρος “παραψυχολογία” αποκτά μια αρνητική ή υποτιμητική χροιά, που δεν ανταποκρίνεται, όμως, στην πραγματικότητα. Με την ίδια έννοια που ο όρος “παραϊατρικό” επάγγελμα δεν αναφέρεται σε απατεωνιές του ιατρικού χώρου, έτσι και η παραψυχολογία, μπορεί να πει κανείς πως είναι η θεώρηση των πραγμάτων που στέκεται δίπλα (“παρά”) την ψυχολογία, αποτελώντας τουλάχιστον ένα υποσύνολό της και στοχεύει στο να οδηγήσει τον άνθρωπο σε μια ολοκληρωτική κατανόηση του εαυτού του και ολόκληρου του κόσμου. Θα δούμε παρακάτω πόσο λεπτά είναι τα όρια μεταξύ της Ψυχολογίας και της Παραψυχολογίας.
Η επέλαση της Λογικής.
Μελετώντας κανείς τις Μυθολογίες και τις παραδόσεις, αλλά ακόμα και αν κάνει μια απλή συζήτηση με ανθρώπους μεγαλύτερους σε ηλικία, θα διαπιστώσει ότι από την απώτερη αρχαιότητα έως και σχεδόν μέχρι τις ημέρες μας, ο κόσμος είχε πάντα μια ροπή προς το μεταφυσικό και την παραψυχολογία. Θα έχετε ακούσει την έκφραση πως οι παλαιότεροι “έβλεπαν” περισσότερα περίεργα πράγματα από εμάς και σίγουρα θα τους έχετε ειρωνευτεί ως αμόρφωτους ή και δεισιδαίμονες, όμως κατά τη γνώμη μου η εξήγηση είναι απλή. Οι παλαιότεροι, ασχολούνταν περισσότερο με την παραψυχολογία, ενώ όλοι εμείς σήμερα με την Ψυχολογία. Οι περασμένες γενεές ζούσαν σε μεγαλύτερη αρμονία με τη φύση, κατανοώντας καλύτερα από εμάς την αρχέγονη σχέση τους μαζί της και δέχονταν όλα αυτά που βίωναν ως εκφάνσεις του μυστηρίου και του μεγαλείου της. Θεωρούσαν τους εαυτούς τους οργανικά μέρη της φύσης και δεν τους ξεχώριζαν από αυτή.
Οι σημερινοί άνθρωποι φαίνεται πως έχουν διαχωρίσει το συναίσθημα από τη λογική και έχουν στραφεί “προς τα μέσα”, ασχολούμενοι κυρίως με τον εαυτό τους, απομακρυνόμενοι από τη φύση. Η κίνηση αυτή, είναι περισσότερο καθοριστική από όσο ακούγεται, γιατί εξαιτίας της ο άνθρωπος άρχισε να επενδύει σχεδόν αποκλειστικά σε τρόπους ζωής που συνδέονται κυρίως με τη “λογική” πραγματικότητα που δημιούργησε. Η κίνηση αυτή, φυσικά, δεν υπήρξε άμοιρη συνεπειών. Ο άνθρωπος κέρδισε τη λογική θεώρηση των πραγμάτων αλλά έχασε τον προσανατολισμό του και πλέον αισθάνεται ανίκανος να απαντήσει σε ερωτήματα που σχετίζονται με την ίδια του την ύπαρξη. Ρωτήστε έναν ορθολογιστή να σας απαντήσει γιατί αγαπάει τη γυναίκα του, τα παιδιά του, τους γονείς και τους φίλους του. Αν είναι μελετημένος, θα σας μιλήσει για τη θεωρία των ενστίκτων και των νευροδιαβιβαστών που εκκρίνονται στον εγκέφαλο και δημιουργούν τα συναισθήματα ή για τα αποτελέσματα της επιλογής του ανθρώπου προς την κοινωνική ζωή. Θα σας αναφέρει πολλές θεωρίες, απόψεις, μελέτες, έρευνες αλλά ίσως (και μακάρι για εσάς) να σας ξενίσουν οι απαντήσεις του, να σας φανούν ψυχρές, “επιστημονικές” αλλά όχι κοντά στη βαθύτερη αλήθεια.
Η λογική θεώρηση των πραγμάτων, λοιπόν, ενώ θεωρείται μια κορυφαία στιγμή στην εξέλιξη του ανθρώπου, επιβάλλει την απομόνωση του συναισθήματος και σχεδόν όλες οι σύγχρονες κοινωνίες έχουν δομηθεί πάνω σε αυτή. Από την άλλη, όμως, στο απώτατο παρελθόν οδήγησε την ανθρωπότητα στην απομάκρυνση από τη δεισιδαιμονία και τις προλήψεις και κατέληξε στην ανάπτυξη της επιστήμης, σε τέτοιο βαθμό που πλέον για μερικούς η επιστήμη είναι η νέα θρησκεία. Έτσι, η επιστήμη πλέον είναι (ή θεωρείται) το μέτρο όλων των πραγμάτων και όλων των φαινομένων, σε σημείο που οτιδήποτε δεν ερμηνεύεται από αυτή να θεωρείται μη υπαρκτό, φανταστικό, δηλαδή μεταφυσικό.
Η ψυχολογία του άπιστου Θωμά.
Μια μερίδα ανθρώπων αρνούνται πεισματικά την ύπαρξη μεταφυσικών εμπειριών. Τυπικό παράδειγμα, ο Θ. Μ, ένας κύριος γύρω στα εξήντα, ο οποίος αρνείται οτιδήποτε δεν μπορεί να δει ή να ακούσει. Για αυτόν, δεν υπάρχουν φαντάσματα, στοιχειώματα, άγιοι, άγγελοι και δαίμονες, όπως δεν υπάρχει η υπεριώδης ακτινοβολία, οι υπέρηχοι, οι υπόηχοι. Για ποιο λόγο κανείς καταλήγει να εμπιστεύεται περισσότερο αυτά που μπορεί να αντιληφθεί; Ο κύριος Θ. θεωρεί πως έτσι είναι ευκολότερη η επιβίωση, η διατήρηση της ψυχικής υγείας και η ανταπόκριση απέναντι σε μια σκληρή ζωή. Από μικρός έζησε μέσα στη φτώχεια, δουλεύοντας από οκτώ χρονών, χωρίς να έχει τη δυνατότητα να μορφωθεί ή να παίξει. Για εκείνον η ζωή, ακόμα και τώρα που ζει μια αξιοπρεπή, σχετικά άνετη, είναι ένας διαρκής αγώνας απέναντι σε καθημερινές, χειροπιαστές αντιξοότητες. Για εκείνον δεν υπάρχει ούτε κόλαση ούτε παράδεισος, μόνο μια καθημερινότητα που κάποια στιγμή θα διακοπεί απότομα, λόγω θανάτου, πέρα από τον οποίο δεν υπάρχει τίποτα.
Κάποτε συζήτησα μαζί του την ύπαρξη ενός περίεργου φαινομένου σε μια περιοχή κοντά στην πόλη μας. Αμέσως μου απέρριψε την πιθανότητα να συμβαίνει το παραμικρό, αλλά όταν τον πίεσα να με ακολουθήσει και να το διαπιστώσει με τα μάτια του, στην αρχή το αρνήθηκε. Τελικά, υποχώρησε και με αρκετή δυσφορία δέχτηκε να πάμε εκεί και να του δείξω το περιστατικό. Όταν το είδε, του ζήτησα μια πιθανή εξήγησή του, όμως εκείνος αρνήθηκε πεισματικά πως τα μάτια του έβλεπαν ό,τι έβλεπαν. “Με γελάει η όρασή μου”απάντησε. “Αν υπάρχει πιθανότητα τα μάτια να κάνουν λάθος, πως είναι δυνατό να εμπιστεύεσαι κάτι που είναι ελαττωματικό άρα όχι αξιόπιστο;” τον ρώτησα αλλά απάντηση δεν έχω λάβει ως τώρα που γράφω αυτό το άρθρο.
Ο κύριος Θ. Μ είναι τυπικό παράδειγμα; ανθρώπου που εμπιστεύεται μόνο τις αισθήσεις του και απορρίπτει το μεταφυσικό αλλά και τις επιστημονικές θεωρίες, την πλειοψηφία των οποίων δεν γνωρίζει καν. Πιστεύω πως άνθρωποι σαν τον συγκεκριμένο κύριο αρνούνται να πιστέψουν ως αποτέλεσμα μιας εσωτερικής άμυνας. Η παραδοχή εκ μέρους τους πως υπάρχουν πράγματα πέρα από τις σωματικές αισθήσεις (που μόνο τέλειες δεν είναι), θα μπορούσε να προκαλέσει ψυχικό τραύμα στους ίδιους και έτσι την αποφεύγουν.
I Want to Believe!
Το αντίθετο άκρο είναι η περίπτωση της Ε. Γ, μιας νοικοκυράς 35 ετών και μητέρας τριών παιδιών. Η Ε. είναι πρόθυμη να πιστέψει το παραμικρό, αδιάφορα από το ποιος της το λέει. Πιστεύει ότι υπάρχει ένας αόρατος κόσμος, ο οποίος περιέχει μεγάλη κακία αλλά και μεγάλη καλοσύνη και πως είναι δυνατό οι δύο κόσμοι να αλληλοεπηρεάζονται, συνήθως με πολύ “θεαματικό” τρόπο.
Μια από τις πολλές φορές που με συμβουλεύτηκε, ήταν όταν έντρομη πετάχτηκε έξω από το σπίτι της, φωνάζοντας πως ένα βάζο είχε εκτιναχτεί από το κομοδίνο και είχε πέσει στον απέναντι τοίχο. Πήγα στο σπίτι και έλεγξα το χώρο. Το βάζο ήταν μεταλλικό, ζύγιζε περίπου μισό κιλό και βρισκόταν στην άκρη του κομοδίνου, τυλιγμένο με το καλώδιο από ένα λαμπατέρ που δεν ήταν συνδεδεμένο με το ρεύμα. Η ίδια μου είπε πως όταν το κοριτσάκι της (τριών χρονών τότε) πέρασε δίπλα του αλλά σε μεγάλη απόσταση από αυτό, μέσα σε δευτερόλεπτα το βάζο εκτινάχθηκε. Μάλιστα, θεώρησε απίθανο να το έριξε το παιδί καθώς έτρεχε, αφενός γιατί βρισκόταν σε απόσταση, αφετέρου γιατί το βάζο ήταν σχεδόν δεμένο με το λαμπατέρ.
Όταν τη ρώτησα αν είδε το βάζο να εκτινάσσεται από μόνο του μου απάντησε αρνητικά αλλά δεν δέχτηκε και την εξήγησή μου ότι πιθανώς το παιδί να το είχε σπρώξει κατά λάθος καθώς έτρεχε. “Το παιδί είχε χώρο να περάσει” μου είπε και εκείνη τη στιγμή είδα το κοριτσάκι να τρέχει στο διάδρομο, να στρίβει τρέχοντας και να χτυπάει τον ώμο του σε έναν τοίχο, παρότι είχε χώρο να περάσει… Την κοίταξα δύσπιστος και τότε άρχισε να μου λέει ότι ακόμα και αυτό να είχε συμβεί, θα έπρεπε να είχε παρασυρθεί και το λαμπατέρ, αφού ήταν σχεδόν δεμένα. Κοίταξα όμως τα καλώδια και ήταν εντελώς χαλαρά αφενός και αφετέρου το καλώδιο ήταν τόσο μικρό που δεν θα μπορούσε να τυλίξει ένα τέτοιο ογκώδες βάζο.
Δεν ήταν η πρώτη φορά που η Ε. Γ θεωρούσε πως είχε έρθει σε επαφή με ένα ανεξήγητο φαινόμενο. Κάποτε, έντρομη μου διηγήθηκε πως ένα βράδυ το ίδιο κοριτσάκι την είχε ξυπνήσει γιατί την ενοχλούσε μια “κυρία” που βρισκόταν στο δωμάτιό της και της μιλούσε. Τέσσερα σπίτια δεν κοιμήθηκαν εκείνο το βράδυ, προσπαθώντας να δουν τι είχε συμβεί. Το απλούστερο, ότι το παιδί είχε δει όνειρο, δεν το σκέφτηκε κανείς…
Η Ε. είναι τυπικό παράδειγμα ανθρώπου που θα προσπαθήσει να βρει μια μεταφυσική εξήγηση ακόμα και εκεί που δεν υπάρχει, ένας άνθρωπος που θέλει να πιστέψει. Μια μικρή έρευνα στο ιστορικό της, μου απέδειξε πως ολόκληρο το οικογενειακό της περιβάλλον αντιδρά με παρόμοιο τρόπο.
Η ψυχολογία του χριστιανού.
Οι περισσότεροι χριστιανοί δέχονται την ύπαρξη των παραφυσικών φαινομένων και τα έχουν ταξινομήσει, μάλιστα, σε δύο κατηγορίες: σε εκείνα που συμβαίνουν από το Θεό και σε εκείνα που συμβαίνουν από το Διάβολο. Κατά την άποψή τους, μόνο μέσα τους κόλπους του χριστιανισμού συμβαίνουν μεταφυσικά φαινόμενα που είναι “από το Θεό”, ενώ όλα τα άλλα είναι αγυρτείες του Διαβόλου. Έτσι, θεωρούν πως θαύματα δεν συμβαίνουν σε καμία άλλη θρησκεία, γιατί είναι απάτες του Διαβόλου, πως οι αρχαίοι λαοί (συμπεριλαμβανομένων και των προγόνων μας) λάτρευαν τους Δαίμονες και πως όλες οι προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης έχουν επαληθευτεί, ενώ στο δρόμο της επαλήθευσης βρίσκεται και η Αποκάλυψη. Κάθε φορά που συμβαίνει ένα φυσικό φαινόμενο (σεισμός, πλημμύρα, τυφώνας κτλ), θεωρούν πως πανηγυρικά επαληθεύεται η Αποκάλυψη και αναμένουν τον ερχομό του Αντίχριστου, ενώ δεν διστάζουν να κατονομάσουν και ορισμένους υποψήφιους αντίχριστους. Είναι οι χριστιανοί που τρέχουν να δουν ένα θαύμα, να προσκυνήσουν ένα σκήνωμα που ακόμα δεν έχει ξεκαθαριστεί αν είναι άφθαρτο ή όχι, έστω και αν η επιστήμη έχει αντίθετη άποψη, εκείνοι που βρίσκουν την αμαρτία να κρύβεται πίσω από ένα βιβλίο ή μια ταινία και όχι ακόμα και μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας και εκείνοι που πιστεύουν πως η επιστήμη εξαντλείται σε όσα αναφέρει η Γένεση. Εκείνοι που ερμηνεύουν τα λόγια του Ιησού με όποιον τρόπο τους δίδαξαν αλλά ποτέ δεν προβληματίστηκαν οι ίδιοι, εκείνοι που κάθε φορά που συμβαίνει κάτι κακό σε ένα συνάνθρωπό τους που τους είχε αδικήσει ή βλάψει θεωρούν πως τον τιμώρησε ο Θεός, ενώ όταν συμβαίνει κάτι παρόμοιο σε εκείνους είναι είτε επειδή είναι αμαρτωλοί είτε επειδή τους δοκιμάζει ο Θεός είτε τους πειράζει ο Διάβολος.
Θα μπορούσα να αναφέρω δεκάδες παραδείγματα, όμως λόγω χώρου αναγκάζομαι να περιοριστώ. Κάποτε, θα ήμουν γύρω στα δέκα ή έντεκα, είδα ένα όνειρο πως μου κοβόταν το λουράκι από το ρολόι μου και έπεφτε μέσα σε μια γνωστή μου εκκλησία. Το είδα πολλές φορές και όταν ρώτησα κάποιους συγγενείς, με συμβούλεψαν να πάω και να το χαρίσω ως τάμα στη συγκεκριμένη εκκλησία. Πήγα και όταν με είδε ο ιερέας με ρώτησε γιατί το κάνω και όταν του απάντησα, μου είπε: “Πήγαινε, παιδί μου. Δεν έχει ανάγκη ο Θεός το ρολόι σου, εκείνος δημιούργησε το χρόνο εξάλλου. Αρκεί η καλή σου πρόθεση.”
Πολλά χρόνια αργότερα, ήμουν φοιτητής και έκανα μάθημα σε ένα μεγάλο νοσοκομείο της Αθήνας. Είχα αναλάβει τη φροντίδα και τη μελέτη του περιστατικού μιας νέας γυναίκας που έπασχε από καρκίνο των ωοθηκών. Όταν ζήτησα το ιστορικό της από το προσωπικό, μια ηλικιωμένη νοσηλεύτρια κούνησε λυπημένη το κεφάλι και μου είπε: ” Θεός ξέρει τι αμαρτίες είχε κάνει και τις πληρώνει τώρα!” Την ίδια περίπου φράση άκουσα και όταν εκπαιδευόμουν στο χειρουργείο, όταν συνέβαινε κάποια επιπλοκή σε γυναίκες που είχαν υποβληθεί σε διακοπές κυήσεων. “Πληρώνει την αμαρτία της!” Πόσο σχετική, όμως, είναι η έννοια της αμαρτίας και πόσο μικρόψυχος θα ήταν ένας Θεός, τον οποίο παραδεχόμαστε ως ψυχή και ουσία του κόσμου, αν καταδεχόταν να κρατάει λίστα και να τιμωρεί τα σφάλματα των ανθρώπων;
Ποτέ ο άνθρωπος δεν κατόρθωσε να αποφύγει τον ανθρωπομορφισμό του Θείου, ο οποίος του έλυσε πολλές απορίες και έκανε τη θεότητα περισσότερο προσιτή στον ανθρώπινο νου, όμως οδηγεί σε πολλά λογικά αδιέξοδα.
Ο σημερινός χριστιανός, ειλικρινά αναρωτιέμαι σε τι διαφέρει από εκείνον των πρώτων χριστιανικών χρόνων, τότε που αγωνιζόταν να βρει μια ταυτότητα.
Ο “αρχαιοπρεπής”.
Κανένας πολιτισμός δεν πρόσφερε περισσότερα στην ανθρωπότητα, από τον αρχαίο ελληνικό. Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι ήταν άνθρωποι του πνεύματος, ζούσαν σε ιδανικές κοινωνίες, είχαν γνώσεις πιθανώς πολύ πιο προχωρημένες από όσο νομίζουμε, ήταν κατά πολύ αρχαιότεροι των άλλων λαών και είχαν συλλάβει καλύτερα από όλους την έννοια του Θείου. Δεν ήταν πολυθεϊστές, ήταν μονοθεϊστές, πίστευαν σε Ένα Δία και με το μυαλό τους αναρωτήθηκαν για το καθετί και έδωσαν απάντηση σε όλα Όμως, η λαίλαπα του χριστιανισμού ήρθε και ισοπέδωσε το αρχαίο ελληνικό πνεύμα και οδήγησε Ελλάδα και ανθρωπότητα σε ένα νέο Μεσαίωνα.
Όμως, ο τύπος ανθρώπου που περιγράφεται παραπάνω, αντιστέκεται. Δεν πιστεύει σε Ευαγγέλια, πιστεύει στους έλληνες φιλοσόφους που τους διαβάζει μανιωδώς, αφού λύνουν κάθε του μεταφυσική και μη απορία. Επιτίθεται στις χριστιανικές απόψεις, ξεθάβοντας από τη βιβλιογραφία κάθε έναν αρχαίο συγγραφέα, που πιθανώς να μην τον ήξερε κανείς αν δεν είχε χρησιμοποιηθεί από τα κάθε είδους συμφέροντα ως πολιορκητικός κριός στη μάχη κατά του χριστιανισμού. Αναρωτιέμαι πόσοι θα γνώριζαν την Υπατία και το έργο της, για παράδειγμα, αν δεν αποφάσιζαν κάποιοι να την ηρωοποιήσουν, επειδή ισχυρίζονται πως κατακρεουργήθηκε από το χριστιανικό πλήθος, με την ανοχή ή και τη συμμετοχή του τοπικού επισκόπου. Δεν αμφιβάλω πως μπορεί και να συνέβη (και είναι απάνθρωπο και εξοργιστικό αν συνέβη από τους οπαδούς της θρησκείας της Αγάπης), όμως όπως πάντα ο καθένας λέει τα δικά του και παραθέτει τις δικές του πηγές. Και αν συνέβη, σαφώς και πρέπει να το σχολιάσουμε, όμως θα πρέπει επίσης να σχολιάσουμε και τους θανάτους των μαρτύρων και των κληρικών στα χρόνια της Επανάστασης, σωστά; Αλλά ξέχασα…ακόμα και αυτά είναι αμφιλεγόμενα σύμφωνα με τις πηγές.
Λοιπόν, όση απέχθεια μου προκαλεί η θρησκοληψία, άλλη τόση μου προκαλεί και η προγονοπληξία, όταν αυτή ισοπεδώνει. Γιατί, είναι τιμή για εμάς που είχαμε τέτοιους προγόνους αλλά είναι ατιμία για εκείνους να χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς μιας μερίδας ανθρώπων, οι οποίοι χρησιμοποιούν από την αρχαία διανόηση μόνο ότι εξυπηρετεί το ατομικό τους συμφέρον. Η αρχαία κοινωνία δεν είχε μόνο φιλοσόφους, είχε και προδότες και μισαλλόδοξους και δεν διέφερε σημαντικά από τη δική μας ως προς την απατεωνιά. Φυσικά, πολλές φορές ακόμα και η απατεωνιά χρειάζεται ιδιαίτερο επίπεδο σκέψης. Ο Παρθενώνας χτίστηκε με την κλοπή του συμμαχικού ταμείου αλλά είναι μια πολιτιστική κληρονομιά που υπερβαίνει τα όρια μιας χώρας. Οι φιλόσοφοι εκδιώχτηκαν, δολοφονήθηκαν, συκοφαντήθηκαν, ελάχιστοι τους κατανοούσαν στην εποχή τους. Τα ιερατεία είχαν την ίδια δύναμη και τον ίδιο πλούτο που έχουν και τώρα. Όχι, δεν ήταν όλοι οι αρχαίοι υπεράνθρωποι αλλά συνήθως μόνο αυτούς θυμάται η ιστορία.
Αυτά και άλλα πολλά που λόγω χώρου δεν παρατίθενται, ελάχιστα θα τα λάβουν υπόψη οι “αρχαιοπρεπείς”, όπως δεν τα καταλαβαίνει και ο Λ. Ρ, με τον οποίο τα έχω συζητήσει πολλές φορές. Είναι δικαίωμά του να πιστεύει ότι θέλει αλλά το ίδιο δικαίωμα έχουν και οι ιδεολογικοί του αντίπαλοι…
Ο μεταφυσικός φόβος.
Πολλοί άνθρωποι εκδηλώνουν έναν έντονο φόβο σε ότι αφορά στο μεταφυσικό. Πιστεύουν συνήθως σε κάθε μεταφυσική άποψη αλλά κυρίως σε εκείνες που έχουν μια σαφώς αρνητική χροιά Θα μπορούσε να πει κανείς πως αυτός ο φόβος είναι αρχετυπικός, από τις εποχές που ο άνθρωπος έτρεμε στη θέα ενός κεραυνού, επειδή τον θεωρούσε ως εκδήλωση της οργής μιας θεότητας. Σήμερα, το φως της επιστήμης μπορεί να μας απέδειξε πως ο κεραυνός δεν είναι η οργή του Δία, όμως ο φόβος υποβόσκει πάντα μπροστά στα μυστήρια και τα μεγαλεία της φύσης.
Παλαιότεροι άνθρωποι μου έχουν διηγηθεί δεκάδες μεταφυσικές εμπειρίες, τις οποίες αντιμετώπιζαν πάντα ως μέρη της ζωής και της ύπαρξης και δεν τους φόβιζαν, ακόμα και όταν είχαν όλα τα στοιχεία που θα ήταν ικανά να προκαλέσουν φόβο. Οι σημερινοί “μάρτυρες” συνήθως φοβούνται, ακόμα και όταν η εμπειρία τους αξιολογείται ως “θετική”. Τυπικό παράδειγμα ο Μ.Ν ο οποίος χαρακτηριστικά δηλώνει “Εγώ, ακόμα και την Παναγία να δω μπροστά μου, που σίγουρα δεν θα μου κάνει κακό, θα πεθάνω από το φόβο μου”. Αντίθετα, ο Π . Μ μας διηγείται: ” Ήμουν μικρός και έβοσκα τα πρόβατα μαζί με τον πατέρα μου. Ήταν γύρω στις τέσσερις το πρωί, σκοτάδι ακόμα, όταν βλέπω έναν τράγο, που δεν ήταν δικός μας, να επιτίθεται στα πρόβατα και μουγκρίζοντας να συνουσιάζεται με μερικά από αυτά. Έπειτα, έτρεχε από εδώ και από κει και τα παρενοχλούσε, ώσπου τον είδα να διαπερνά (!) τον κορμό ενός πολύ μεγάλου δέντρου. Πήγα να φωνάξω, όμως ο πατέρας μου έβαλε αμέσως την παλάμη του στο στόμα μου και μου έκανε νόημα να σιωπήσω. Όταν ξημέρωσε, ο πατέρας μου σκότωσε τα πρόβατα που είχαν συνουσιαστεί με τον τράγο, θα ‘ταν 3 – 4 και τα έκαψε”. Ο μάρτυρας αναφέρει πολλά τέτοια περιστατικά, όμως μου αφηγήθηκε πως δεν ένιωσε τρόμο, επειδή είχε δει πολλά παρόμοια και είχε συνηθίσει αλλά και εξαιτίας της ψύχραιμης αντίδρασης του πατέρα του.
Αγρότες από την Αρκαδία, μου αφηγούνται πως σε μια συγκεκριμένη τοποθεσία σηκώνονται δυνατοί άνεμοι (ενώ γύρω έχει άπνοια) και παλιότεροι συνάδελφοί τους έβλεπαν μορφές μέσα στη σκόνη και άκουγαν τραγούδια ή ιαχές. Ποτέ δεν εγκατέλειψαν τη δουλειά τους, μόνο έκαναν το σταυρό τους και παρέμεναν αμίλητοι. Ρεύματα αέρα θα σκεφτεί κανείς και ίσως να έχει δίκιο, αλλά μόνο αν ζήσει προσωπικά μια τέτοια εμπειρία θα βγάλει συμπέρασμα. Προσωπικά, έχοντας ζήσει το περιστατικό πριν από δέκα περίπου χρόνια, αμφιβάλω…
Μένουμε στην ίδια περιοχή και ταξιδεύοντας με το μυαλό μας λίγο έξω από την Τρίπολη, θα συναντήσουμε την ιστορία της κυρίας Λ (δεν γνωρίζω επώνυμο), η οποία για δύο χρόνια έβλεπε μέσα στο σπίτι της μια αντρική φιγούρα, σαν ένα ακόμα μέλος της οικογένειας, που κινούνταν και δρούσε ανεξάρτητα και χωρίς ποτέ να μιλήσει. ” Παραίσθηση” θα σκεφτεί κανείς, όμως το πρόβλημα είναι πως τόσο ο άντρας όσο και τα παιδιά της, έβλεπαν την ίδια παραίσθηση…Στην αρχή φοβήθηκαν, μετά προσπάθησαν να την αγνοήσουν, κατέφυγαν σε εξορκιστές, σε ιερείς και τελικά παραιτήθηκαν. Η φιγούρα έτσι κι αλλιώς δεν ενοχλούσε κανέναν, εκτός από τις περιπτώσεις που τους ακολουθούσε και στο μπάνιο(!). Τελικά, ένα ωραίο πρωί εξαφανίστηκε και ποτέ δεν τον ξαναείδαν. Πάντως, όσο και αν τον είχαν συνηθίσει, δεν λυπήθηκαν καθόλου που έφυγε.
Είναι πραγματικά περίεργο το γεγονός ότι κάποιοι άνθρωποι δεν φοβούνται εκεί που θα είχαν κάθε λόγο ίσως και τρομοκρατούνται όταν “δεν θα έπρεπε”. Ο φόβος είναι ένα παράλογο συναίσθημα έτσι κι αλλιώς αλλά έχει και έναν αμυντικό ρόλο, κινητοποιώντας ολόκληρο το νευρικό και μυϊκό μας σύστημα. Κάποιοι φοβούνται εύκολα και κάποιοι άλλοι πιο δύσκολα. Ελάχιστοι, ίσως και κανείς να είναι εκείνοι που δεν φοβήθηκαν ποτέ. Κάποιοι φοβούνται απλώς και μόνο τις όποιες μεταφυσικές εμπειρίες, κάποιοι άλλοι όχι τόσο αυτές αλλά τον ίδιο τους τον εαυτό και αυτή είναι η περίπτωση του Δ. Μ, η οποία καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος του αρχείου μου και είναι η καλύτερα μελετημένη από όσες έχω. Ας τη δούμε.
Πόλεμος στον εγκέφαλο.
Γνωρίζω τον Δ. Μ εδώ και πάρα πολλά χρόνια και μπορώ να εγγυηθώ ότι πρόκειται για ιδιαίτερα ευφυές άτομο, με υψηλή μόρφωση και καλλιέργεια, ένα απόλυτα φυσιολογικό παιδί, με διακρίσεις στην επιστήμη του, την τέχνη και στον αθλητισμό. Πριν από μερικά χρόνια, ο Δ. άρχισε να ασχολείται με τη μεταφυσική και δεν έκανε σε κανέναν εντύπωση, επειδή διακρίνεται για τη φιλομάθειά του. Όμως, κάτι είχε αλλάξει. Έγινε περισσότερο κλειστός, μελαγχολικός, χαμένος ώρες ώρες στον κόσμο του και δεν υπήρχε καμία εξήγηση, αφού όλα στη ζωή του κυλούσαν ως συνήθως.
Η κατάσταση χειροτέρευε όσο περνούσε ο καιρός και πλέον είχε έρθει η ώρα να απευθυνθεί σε γιατρό, επειδή ήταν σαφές πως υπήρχε κάποιο ψυχολογικό πρόβλημα, όμως ο ίδιος αρνιόταν πεισματικά λέγοντας πως ήταν καλά. Όταν τελικά εισήχθη εσπευσμένα σε νοσοκομείο της Αθήνας, εκτός των άλλων ειδικοτήτων, εξετάστηκε και από ψυχολόγους και ψυχιάτρους, οι οποίοι διέγνωσαν βαρύτατης μορφής κατάθλιψη και, αφού πήραν τη συγκατάθεση του ίδιου, ξεκίνησαν θεραπεία με φάρμακα, τα οποία λίγους μήνες μετά έφεραν την πολυπόθητη βελτίωση της διάθεσης.
Όλο αυτό το διάστημα βρισκόμουν από κοντά, όμως ο ίδιος δεν θέλησε να συζητήσουμε, παρά μόνο όταν βελτιώθηκε η κατάστασή του. Τότε ήταν που ζήτησε να μάθει ποια ψυχοφάρμακα του είχαν χορηγηθεί και όταν του ανέφερα κούνησε το κεφάλι του μελαγχολικά. Γνώριζε καλά (είναι γιατρός) πως η συγκεκριμένη φαρμακευτική ουσία δίνεται σε σχιζοφρενικές μελαγχολικές καταστάσεις, όντας αντιψυχωσικό φάρμακο και τότε μου αποκάλυψε τι ακριβώς είχε συμβεί τους προηγούμενους μήνες. Είχε αρχίσει να βλέπει άσχημα όνειρα, με αποτέλεσμα να μην κοιμάται, ενώ λίγο αργότερα ξεκίνησε “να βλέπει πράγματα που δεν υπήρχαν και να ακούει φωνές που δεν άκουγαν οι άλλοι”. Μου ανέφερε ότι από μικρός είχε διαπιστώσει πως είχε “κάποιες περίεργες ικανότητες” (συγκεκριμένα έβλεπε πολλά προφητικά όνειρα και μπορούσε να διαισθάνεται πράγματα με μεγάλη λεπτομέρεια), όμως το Μεταφυσικό τον κυνηγούσε πολύ πιο έντονα εκείνο τον καιρό. Έβλεπε δαιμονικές (όπως τις χαρακτήρισε) παρουσίες, βίωνε πολλά παραφυσικά φαινόμενα που ντρεπόταν να ομολογήσει, “έβλεπα μπροστά μου κάθε λογής αλλόκοτη φιγούρα που με τρόμαζε και, όχι σπάνια, μου επιτίθονταν πλάσματα που δεν αναγνώριζα. Τα νεύρα μου είχαν σπάσει και έψαχνα μόνος να βρω μια λύση. Στράφηκα στη μελέτη του μεταφυσικού από ανάγκη πρώτα να κατανοήσω τη φύση των εμπειριών μου και έπειτα να βρω τρόπους να τα αντιμετωπίσω, αφού είχα καταλήξει πως δεν έπασχα από καμία ασθένεια”. Όμως, ήταν γιατρός (η χρήση του αορίστου θα εξηγηθεί αργότερα) και αναγκαστικά περνούσε από το μυαλό του και η περίπτωση ψυχιατρικής νόσου και για καιρό αμφιταλαντευόταν ανάμεσα στη λογική και στην “παράλογη” εξήγηση.
Ο Δ. Μ πήγε σε “ειδικούς” στα παραψυχολογικά, οι οποίοι τον διαβεβαίωσαν για το πραγματικό των εμπειριών του και σε ψυχίατρους, στους οποίους δεν αποκάλυψε τις εμπειρίες του, μόνο τους ανέφερε τα άσχημα όνειρα που έβλεπε και την αίσθησή του πως κάτι κακό υφαινόταν γύρω του. Τότε ξεκίνησαν τα φάρμακα, τα οποία θεωρούσε πως ήταν αντικαταθλιπτικά, αφού δεν ενδιαφέρθηκε να μάθει ούτε το εμπορικό τους όνομα (τα είχαν κλειδωμένα οι γονείς του και του τα έδιναν χωρίς το περιτύλιγμα ). Η μεγάλη αποκάλυψη έγινε από εμένα, που του ανέφερα τη δραστική ουσία και αργότερα, σε σχετική του ερώτηση, οι ψυχίατροι του επιβεβαίωσαν πως η διάγνωση δεν ήταν απλή κατάθλιψη.
Σήμερα, ο Δ. Μ είναι καλά. Χαρούμενος, δημιουργικός, εγκατέλειψε το επάγγελμα που αγαπούσε και ασχολείται με αγροτικές εργασίες. Εξακολουθεί, όμως, να είναι μπερδεμένος με αυτά που του συνέβησαν.“Η επιστήμη μου μου λέει πως όλα αυτά ήταν αποτέλεσμα της ασθένειάς μου, του βραχυκυκλώματος του εγκεφάλου μου, παραισθήσεις που θεραπεύτηκαν. Με αυτή τη λογική, θα πρέπει να απορρίψω κάθε πιθανότητα μεταφυσικής εξήγησης. Όμως, κάτι μέσα μου λέει πως δεν είμαι άρρωστος, αλλά έχω την ικανότητα να βλέπω περισσότερα από τους άλλους ανθρώπους, να συντονίζομαι σε άλλες σφαίρες. Όμως, νιώθω και μια απογοήτευση, αφού η λογική θεώρηση των πραγμάτων είναι μέσα μου τόσο ισχυρή, που με κάνει να ανακαλώ αυτές τις σκέψεις αμέσως μόλις μου δημιουργούνται. Και νιώθω απογοήτευση επειδή, εκτός από τις άσχημες, σκοτεινές εμπειρίες που είχα, είδα και πολύ φως στην άλλη πλευρά, παρουσίες απίστευτης δύναμης και ομορφιάς, που μου έδιναν δύναμη και κουράγιο, λέγοντάς μου πως, παρά τα φαινόμενα, υπάρχει ελπίδα και ζωή εκεί πέρα. Δεν θα ήθελα να πιστέψω πως αυτές οι φωτεινές παρουσίες ήταν αποτέλεσμα των φαρμάκων”.
Εδώ μας λέει κάτι πάρα πολύ σημαντικό. Δεν γνωρίζουμε παρά ελάχιστα για τον τρόπο λειτουργίας του εγκεφάλου. Πολύ λιγότερα γνωρίζουμε για την ψυχή, αφού καλά καλά δεν είμαστε σίγουροι αν υπάρχει καν. Ωστόσο, παρεμβαίνουμε στις λειτουργίες των δύο αυτών “άγνωστων γαιών” κρίνοντας τι είναι παθολογικό και τι όχι. Πως μπορεί κανείς να είναι σίγουρος ακόμα και για τις παραισθήσεις; Είναι παραισθήσεις, άραγε, ή είναι ικανότητα να αντιλαμβάνεται κανείς πράγματα που οι πολλοί δεν μπορούν; Ο Σωκράτης είχε το μυστηριώδες δαιμόνιό του, η Ιωάννα της Λωραίνης άκουγε φωνές, ο Καρλ Γιούνγκ συνάντησε πολλές “περίεργες” εμπειρίες, ο Βόλφγκανγκ Γκαίτε είχε εμπειρία με το Doppelganger. Ήταν όλες αυτές καταστάσεις ή κρίσεις σχιζοφρένειας ή εμπειρίες μιας άλλης συνειδητότητας; Συνδέονται όλες αυτές οι εμπειρίες με την πιθανότητα μιας ψυχικής νόσου ή ενός υπερβατικού ανθρώπινου τρόπου αντίληψης; Δύσκολα ερωτήματα αλλά πολύ ενδιαφέροντα.
Ο Δ. Μ προσπαθεί τώρα να συμβιβάσει μέσα του τις ιδιότητες του επιστήμονα και του ανθρώπου που έχει ροπή προς το μεταφυσικό. Με τη θεραπεία οι “παραισθήσεις” σταμάτησαν σε μεγάλο βαθμό, όμως,“κάποιες φορές συλλαμβάνω κάτι με την άκρη του ματιού μου, κάτι που πια δεν ρωτάω τους άλλους αν το βλέπουν, όχι μόνο επειδή ξέρω εκ των προτέρων πως δεν το βλέπουν, αλλά επειδή πια δεν είμαι και εγώ σίγουρος για την ύπαρξή του”.
Η ανάγκη του Μεταφυσικού.
Η μεταφυσική σκέψη δεν κατόρθωσε να πεθάνει, παρά την εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια επικράτηση της Λογικής και τη ραγδαία ανάπτυξη όλων των επιστημονικών τομέων. Άνθρωποι όπως οι παραπάνω θα εξακολουθούν να υπάρχουν και όσο υπάρχουν θα φωνάζουν σε όλους εμάς να καταδεχτούμε να μελετήσουμε τις εμπειρίες τους όχι από την ασφάλεια του καναπέ μας, όχι από την ex cathedra ενός πτυχίου που πήραμε αλλά υπό το πρίσμα μιας σκέψης που κατανοεί ότι το Σύμπαν δεν λειτουργεί όπως ο μικρόκοσμος του καθενός.
Σε βαθύτερο επίπεδο, χρειάζεται να απαγκιστρωθεί ο νους μας από την εσκεμμένα επιβεβλημένη άποψη ότι η Μεταφυσική είναι (ή πρέπει να είναι) σε σύγκρουση με τη Λογική και την Επιστήμη ή, πολύ περισσότερο, ότι η Μεταφυσική είναι ένας απέραντος τόπος απατεωνιάς και τσαρλατανισμού.