(Διαβάζω κάτι που οι λέξεις τους,είναι σαν μονοπάτια που με έφεραν σε σένα,κάτι να σου πω,(θέλω κάτι να σου πω.. )...)...
Μέσα στον οίκο μου είσαι ο στύλος που γεφυρώνει τα γήινα με τα ουράνια.
Κι όταν κατέρχομαι στα λερωμένα υπόγεια μου,θα με αφήσω λίγο να περιπλανηθώ,να φοβηθώ και να αναμετρηθώ με τα φαντάσματα μου κι εκεί θα ηττηθώ πολλές φορές μέχρι να μάθω όλα τους τα μυστικά.
Θα με γκρεμίσω και θα με ξαναχτίσω άπειρες φορές.
Μα πάντα θα ψηλαφίζω στο σκοτάδι,γύρω από τα θεμέλια του σπιτιού μου,να εντοπίσω τον στύλο σου,το κράτημα μου και εκεί θα σταθώ παράλληλα στον άξονα που ευθυγραμμίζει τα χαμηλά μου στρώματα με τα πιο υψηλά ιδανικά που σφράγισαν την ψυχή μου.
Κι όταν ακουμπήσω την παλάμη μου πάνω,θα θυμηθώ το χέρι σου που κράτησα,δίαυλος και πυλώνας θα μετατραπεί και θα σου εξιστορήσω..
Και τότε ο στύλος σου θα γίνει κατάρτι,ο οίκος μου καράβι και η άγκυρα της λήθης αργά θα σηκωθεί και στο ταξίδι μου θα χαραχτούν νέες πλεύσεις κι εσύ ο σταυρός του Νότου.
Πάνω στην ίδια θάλασσα που, όμοια ποτέ δεν είναι και,στο τέλος,το ναυάγιο μου θα της προσφέρω για ύφαλο του κόσμου της,αντάλλαγμα για να σε κρατήσει μέσα της φυλακτό,μέχρι την επόμενη φορά...
Συνεχίζουμε;Ναι.