Οι Νεράιδες στην στέρνα του Αγγελή
« Στου Αγγελή την στέρνα κάθε βράδυ βγαίνει, άμα περάσουν μεσάνυχτα μια Νεράιδα , κ΄έχει ένα χρυσό χτένι, μια ασημένια τσατσάρα και χτενίζεται. Αλλά και σε άλλες βρύσες και πηγές είναι το βράδυ Νεράιδες που χτενίζονται .Λένε ακόμη ότι μια βρύση τα μεσάνυχτα έπαυε να βγάζει νερό. Τότε έβγαινε μια Νεράιδα από μέσα και αφού έκανε μια βόλτα ένα γύρο έπειτα έμπαινε πάλι μέσα. Τότε η βρύση άρχιζε να βγάζει πάλι νερό. Μια νύχτα πέρναγε από εκεί ένας συγχωριανός μας και την είδε να στέκεται κοντά στη βρύση. Την πέρασε για μια φιλενάδα του την πλησίασε και την χαιρέτησε. Εκείνη δεν του απάντησε, αλλά άφησε ένα ηχηρό γέλιο και έπειτα έγινε άφαντη. Τότε εκείνος κατάλαβε πως ήταν ξωτικό. Όταν γύρισε στο σπίτι του έπεσε άρρωστος. Όλο το κορμί του πέταξε πετάλες και ήταν άρρωστος όλο το χρόνο.»
.....
Η Γουρούνα με τ΄αμέτρητα γουρουνάκια
Πριν πάρα πολλά χρόνια ένας χωριανός μας που γυρνούσε από πότισμα στο Πέρα Χωριό μετά τα μεσάνυχτα στις 03:00 π.μ., είδε ,μια γουρούνα με τα γουρουνόπουλά της και τότε έσκυψε να την πιάσει γιατί υπέθεσε ότι ήταν κάποιου γείτονά του. Το ζώο όμως έκανε σαν δαιμονισμένο, τότε κατάλαβε ότι ήταν ξωτικό και άναψε ένα τσιγάρο και το ζώο εξαφανίστηκε. Εκείνος έκανε το σταυρό του και δεν ξαναπότισε νύχτα
Ο ίδιος ο άνθρωπος είχε ένα άλογο και όπου και να πήγαινε ήταν πάντα καβάλα στο άλογό του. Στο δρομολόγιο που έκανε καθημερινώς βρισκόταν μια στέρνα που είχε νερό χειμώνα- καλοκαίρι. Όταν πέρασε μια νύχτα από τη στέρνα άκουσε γλέντια και βιολιά. Τότε πήγε κοντά για να δει από που προέρχονταν το γλέντι και είδε κοπέλες ασπροφορούσες με μακριά μαλλιά να γλεντούν. Μια από αυτές πλησίασε το άλογο του και το άλογο χλιμίντρησε , επειδή ο άνθρωπος φοβήθηκε έβγαλε το δίκαννο που είχε μαζί του. Εκείνη τη στιγμή η κοπέλα έπιασε το άλογο από το χαλινάρι και του είπε ,ότι επειδή ήταν καλός άνθρωπος θα τον αφήσει να φύγει και δεν θα τον πειράξει. Όμως αν ξανακούσει γλέντι να μην ξαναπεράσει από κει γιατί τότε θα πάθει μεγάλο κακό.
...............
Τα Σμερδάκια στα αβάπτιγα παιδιά
Τόπος φόβου για τους χωριανούς μας ήταν και είναι (τα αβάπτιγα παιδιά ) στο φαράγγι που αρχίζει από τον Αι Γιώργη και καταλήγει στην βορόλακα .Ο Μύθος εδώ λέει ότι τα αβάπτιστα παιδιά που πέθαιναν , εκεί ήταν ο προορισμός τους .Τα πετούσαν στην ρεματιά και αυτά μεταμορφώνονταν σε σμυριδάκια, έφθαναν σε ύψος το μισό μέτρο είχαν κάτασπρη γενειάδα και κοφτερά δόντια. Εμφανίζονταν συνήθως σε μοναχικά άτομα τις νυχτερινές ώρες και σκαρφάλωναν στην πλάτη των ανυποψίαστων οδοιπόρων. Εδώ η αντίδραση των ..θυμάτων έπρεπε να είναι προσεκτική . Με αργές κινήσεις έπρεπε να τα αγκαλιάσουν και με νανούρισμα ,όπως κουπε πε και κουπε πέ να τα αφήσουν στο έδαφος. Αν έκαναν το λάθος και τα απωθούσαν βίαια τότε το αποτέλεσμα θα ήταν τρομαχτικό .Έκαναν επίθεση στο ..θύμα και το ξέσκιζαν με τα κοφτερά τους δόντια.
....................
Ο Αράπης της καρδαρούς
Στοιχειά είναι και οι αράπηδες , μας το μαρτυρούν οι τόσες ονομασίες που υπάρχουν προς τιμή τους. Αραπογκορτσιά στο χωριό μας ,αραπότρυπα ,αραπόρεμμα ,αραπόλακα κλπ σε άλλα μέρη. Στοιχειά ,δράκοι ,ξωτικά ,νεράιδες , φαντάσματα., καλικάτζαροι και τόσα άλλα πονηρά πνεύματα επεξεργάζονται το κακό μας και όλοι μας ,άλλοι κρυφά και άλλοι φανερά με δέος και με πολλούς άλλους τρόπους προσπαθούμε να τα αποφύγουμε. Ήταν ανάγκη να έχουμε και Αράπηδες τώρα να μας κοψοχολιάζουν. Πώς όμως βρέθηκαν οι αράπηδες στον τόπο μας και στοίχειωσαν ,δεν είναι μόνο οι θέσεις και οι τοποθεσίες που μας μαρτυρούν για τα αράπικα φαντάσματα, αλλά και οι πολλές προσωπικές μαρτυρίες . Όταν ο αείμνηστος ο Καλύβας σου διηγούταν για τον αράπη της καρδαρούς ,ήθελες δεν ήθελες τον έβλεπες ολοφάνερα σαν να τον είχες μπροστά σου. Μαύρος σαν αράπης που ήταν ,μόνο τα μεγάλα του μάτια και τα άσπρα του δόντια γυάλιζαν, ξερακιανός ,ψηλός έως εκεί πάνω ,θεόρατος, με κάτι χειλάρες που κρέμονταν σαν μανιτάρια, και αν θύμωνε ξαφνικά ,άλλαζε όψη ,έπαιρνε την μορφή σκύλου με άγρια κοφτερά δόντια και μάτια να λαμπυρίζουν σαν πυγολαμπίδες. Όποιος τύχαινε να περάσει νύχτα τον παλιό δρόμο της καρδαρούς ,κάτω από τα πανύψηλα δένδρα που έκοβαν το λιγοστό φως του φεγγαριού , έως να μπει στα πρώτα σπίτια του χωριού στα Καλυβέικα, ασυναίσθητα έλεγε όσες προσευχές γνώριζε. Άρχιζε με το πάτερ υμών ,συνέχιζε με το πιστεύω εις ένα Θεό πατέρα παντοκράτορα και τελείωνε με το υπερμάχων στρατηγώ τα νικητήρια. Μπορεί ο αράπης να τριγυρνούσε στην Ελιά στις νταυγειές στην ασπρόβρυση ή στην παλιά βρύση να πιει νερό ,μπορεί να μην έκοβε τις βόλτες του κάθε βράδυ μπάς και συναντήσει κάποιο περαστικό ,αλλά οι προσευχές τις περισσότερες φορές έπιαναν τόπο. Αλλά ο Καλύβας επέμενε ότι αραιά , αραιά έκανε την εμφάνιση του για να δείξει ότι είναι εκεί ,ότι υπάρχει. Με τα κατάλοιπα του φόβου, από τον μύθο του ,αράπη ριζωμένα βαθιά στη σκέψη μας , είναι αδύνατο να περάσεις βράδυ το δρόμο της καρδαρούς και να μην σου έρθει στο νού η εικόνα του αράπη με τα γουρλωμένα μάτια τα άσπρα δόντια και τα μεγάλα χείλη ,όπως τον έπλασε η φαντασία των προγόνων μας.
........................
Η Νεραιδοπηγή της ..Μεγάλης Βρύση στο Κρυόρεμμα
Λέει λοιπόν ο τοπικός μύθος, για την Μεγάλη βρύση .Τα κρύα νερά, τα δέντρα και τα πλατάνια γύρω γύρω, που είναι κάπως αποκομμένη από τη γύρω περιοχή. Εξαιτίας του ότι βρίσκεται μέσα στο φαράγγι, είχαν διαλέξει για τόπο τους οι Νεράιδες! Ώσπου μια νύχτα, ένας νέος από το Κοντογόνι , άκουσε το τραγούδι τους και από περιέργεια πλησίασε στην πηγή. Κι εκεί τις είδε! Οι Νεράιδες, με ξέπλεκα μαλλιά, πεπλοντυμένες, λουσμένες στο φως μιας αιώνιας άνοιξης, χόρευαν! Η λάμψη τους διασπούσε το σκοτάδι, το τραγούδι τους του χάιδευε τ' αυτιά και τα μάτια του δεν χόρταιναν να βλέπουν τον "αέρινο" χορό τους. Συνεπαρμένος απ' όλα τούτα τα πρωτόγνωρα που ξετυλίγονταν μπροστά στα μάτια του, έπιασε χωρίς να το καταλάβει μαζί τους το χορό. Οι Νεράιδες χόρευαν μαζί του και ξετρελάθηκε ο νέος από τα όσα γίνηκαν μπροστά του. Την αυγή, άμα χάθηκαν οι Νεράιδες, ο νέος δεν ήξερε αν έζησε ένα όνειρο ή αν πραγματικά συνόδεψε τις Νεράιδες στο χορό τους. Μα το επόμενο και το μεθεπόμενο βράδυ, οδηγημένος από κάποια αόρατη δύναμη, βρέθηκε πάλι στη μεγάλη βρύση και κοίταζε τις Νεράιδες που χόρευαν. Σιγά σιγά, η ματιά του σταμάτησε πάνω σε μια απ' αυτές και δεν χόρταινε να την κοιτάζει! Ήταν ερωτευμένος μαζί της! Όταν το συνειδητοποίησε, πήγε σε μια γριά πολύξερη και ζήτησε τη βοήθειά της. Η γριά, αφού τον άκουσε με προσοχή, του είπε πως άμα πλησιάζει η ώρα να λαλήσουν οι πετεινοί (οπότε χάνονται οι Νεράιδες), ν' αρπάξει από τα μαλλιά εκείνη που αγαπούσε και να μην την αφήσει με κανέναν τρόπο. Ήρθε το βράδυ και ο νέος πήγε στη λύρα του και πήγε στη μεγάλη βρύση. ʼρχισε το τραγούδι καθισμένος δίπλα στην λίμνη .Σε λίγο, παρουσιάστηκαν οι Νεράιδες και πιάστηκαν στο χορό. Λίγο προτού λαλήσουν οι πετεινοί, ο νέος άφησε τον χορό και έκαμε όπως τον είχε συμβουλέψει η γριά. Η Νεράιδα αντιστάθηκε με λύσσα, αγρίεψε, έβαλε τις φωνές, μα τίποτα! Ο νέος την κρατούσε γερά! ʼρχισε τότε να μεταμορφώνεται πότε σε σκύλο, πότε σε φωτιά, πότε σε φίδι, πότε σε καμήλα, αλλά ο νέος την κρατούσε γερά από τα μαλλιά και δεν την άφηνε. Ξαφνικά, λάλησαν οι πετεινοί κι οι άλλες Νεράιδες εξαφανίστηκαν. Τότε εκείνη που κρατούσε ο νέος ξανάγινε πανέμορφη, όπως ήταν πριν και τον ακολούθησε στο σπίτι του. Έζησε μαζί του ένα χρόνο, του γέννησε ένα γιο, αλλά τη μιλιά της δεν την άκουσε ποτέ! Δυστυχισμένος καθώς ήταν ο νέος με τη βουβαμάρα της Νεράιδας - γυναίκας του, μεταχειρίστηκε όλα τα μέσα για να την κάνει να μιλήσει, χωρίς αποτέλεσμα όμως. Ξαναπήγε λοιπόν στη γριά και της ζήτησε τη συμβουλή της. Εκείνη του ορμήνεψε να πυρώσει καλά το φούρνο κι ύστερα να πάρει το παιδί από τα χέρια της γυναίκας του, να κάνει πως θα το πετάξει μέσα στο φούρνο και να πει: "Δε μου μιλείς; Τότε ρίχνω κι εγώ το παιδί σου στο φούρνο". Ακολούθησε πιστά τη συμβουλή της, μα τη στιγμή που έκανε ότι θα έριχνε το παιδί στη φωτιά, η Νεράιδα χίμηξε πάνω του σέρνοντας φωνή: "Μη σκύλε το παιδί μου!". Του τ' άρπαξε από τα χέρια και έγιναν άφαντοι, μάνα και παιδί μαζί.
Απελπισμένος τους αναζήτησε με φωνές, παρακάλια και κλάματα, αλλά μάταια. Η Νεράιδα - μάνα και το παιδί, δεν ξαναφάνηκαν πια. Πήγε λένε στις αδελφές της, αλλά αυτές δεν τη δέχτηκαν. Δεν της συχώρεσαν το ότι άφησε άνθρωπο και την άγγιξε και τη μόλυνε. Γι' αυτό αναγκάστηκε και πήγε λίγο πιο πάνω σε μια βρύση στον κάναλο Εκεί τη βλέπουν δυο - τρεις φορές το χρόνο να κρατεί το παιδί στην αγκαλιά της και να κλαίει. Οι άλλες εξακολουθούν να χορεύουν και να τραγουδούν. Η Νεράιδα - μάνα κάθεται λυπημένη παραπέρα και κλαίει. Τα δάκρυά της πέφτουν πάνω στο νερό και το θολώνουν, γι' αυτό τα νερά στο κρυόρεμα εμφανίζονται θολά πότε - πότε.
.....................
Η νεραίδα και ο βοσκός
Ακόμη ένας θρύλος λέει ,οτι τα πολύ παλιά χρόνια,στον Κουφιέρο υπήρχε ένας νέος βοσκός με το όνομα Παύλος ,μια καλοκαιρινη νυχτα που εβοσκε τα προβατα του συνεβει κατι περιεργο.
Ακουσε μεσα στην νυχτα μια υπεροχη μελωδια σαν να τραγουδουσε ενας στρατος αγγελων.κι οσο πλησιαζε στην οχθη στο κρυόρεμμα για να ξεδιψασουν τα ζωα του,τοσο η ενταση της μελωδιας δυναμωνε και τοσο εκεινος πλησιαζε σαν μαγεμενος.Οταν εφτασε ειδε κατι που τα ανθρωπινα λογια μοιαζουν φτωχα να περιγραψουν την ομορφια του.
Οχτω πανεμορφα ημιγυμνα θηλυκα να χορευουν σε κυκλο γυρω απο μια πενταμορφη γυναικα που φορουσε μονο ενα πεπλο στα μαλλια της και να της λουζουν το κορμι κατω απο το ασημενιο φως της πανσεληνου και τραγουδουσαν σε γλωσσα μη ανθρωπινη.Ο νεαρός βοσκός μαγεμενος πλησιασε κι΄αλλο ... και απο τον θορυβο που προκαλεσε εκεινες επαψαν το τραγουδι τους ανησυχες και κοιτουσαν δεξια αριστερα.
Όταν τον αντιληφθηκαν αρχισαν να φευγουν μεσα στο δασος αλλα ο Παύλος εκει κι αυτος απο πισω.καποια στιγμη η ωραια με το πεπλο πιαστηκε σε κατι θαμνους...
Όταν την εφτασε την βοηθησε να σηκωθει και ξεμπλεξε το πεπλο απο τους θαμνους.Οι υπολοιπες της τεντωναν τα χερια μα εκεινη εμενε ακουνητη κοιτώντας τον νεαρό βοσκό.
Οι οκτω νεραιδες χαθηκαν στο δασος κι ετσι απομειναν μονοι κι ενω φανταζομαι το παλληκαρι μας θα την τρελανε στις ερωτησεις και τα γλυκολογα εκεινη δεν μιλαγε,μονο τον ακολουθουσε.Πηγανε σπιτι του,ο νεαρός βοσκός τρελα ερωτευμενος της ζητησε να παντρευτουνε.
Εκεινη παλι δεν μιλησε,μα εδειξε να συμφωνει.Ο γαμος εγινε κι επειτα απο εννια μηνες γεννηθηκε ένα όμορφο αγοράκι μα εκεινη ακομα δεν ειχε μιλησει.Ο νεος ηταν ευτυχισμενος στην αρχη μα ηθελε επιτελους να ακουσει την φωνη της όμορφης νεραίδας .Ενα βραδυ γυρνωντας μεθυσμενος σπιτι αρχισε να την παρακαλαει να του τραγουδησει οπως εκεινο το βραδυ που την πρωτοειδε μα εκεινη ... μιλια!αρχισε να της φωναζει μα εκεινη... αχνα!Τοτε πηρε στα χερια του τον γιο τους και την απειλησε πως θα τον πνιξει και τοτε εβγαλε ενα φοβερο ουρλιαχτο. ΟΧΙ ΣΤΑΜΑΤΑ.
Ο νεαρός άνδρας ικανοποιημενος πηγε και την αγγάλιασε μα εκεινη τον παραμερισε και του πε απογοητευμενη Βιαστηκες...τα χαλασες ολα!!!!
ΚΑΙ Ε Ξ Α Φ Α Ν Ι Σ Τ Η Κ Ε. Ετσι ξαφνικα έγινε ..καπνος.
Ο γιος του όταν μεγαλωσε πηγε κι αλλαξε το επιθετο του σε ΑΘΑΝΑΣΙ-ΟΥ!!!Κι όταν τον ρωτησαν στο χωριο γιατι απαντησε πως του το ζητησε η ΜΑΝΑ του....Εζησε δε μεχρι τα 130 του!
http://laografia.blogdrive.com/archive/5.html