Θα ήθελα να πω την αλήθεια. Την αγαπώ την αλήθεια. Αλλά δεν μ’ αγαπάει εκείνη.
Από την στιγμή που θα την πω την αλήθεια, αυτή αλλάζει μορφή και στρέφεται εναντίον μου.
Δίνω την εντύπωση ότι λέω ψέμματα κι όλος ο κόσμος με κυττάει με μισό μάτι.
Κι όμως εγώ είμαι ένας ξεκάθαρος άνθρωπος που δεν του αρέσει καθόλου το ψέμα. Σας το ορκίζομαι.
Το ψέμα δημιουργεί πάντοτε τρομερά προβλήματα.
Σου μαγκώνει τα πόδια, χάνεις την ισορροπία, πέφτεις κι όλος ο κόσμος γελάει μαζί σου.
Όταν με ρωτάνε κάτι, εγώ θέλω να πω αυτό που σκέφτομαι. Να πω την αλήθεια. Με γαργαλάει η αλήθεια.
Αλλά εκείνη ακριβώς την στιγμή, δεν ξέρω, κάτι συμβαίνει.
Με πιάνει ένα άγχος, ένας φόβος μήπως φανώ γελοίος και τότε λέω ψέματα.
Πάει, τέλειωσε.
Μετά είναι πολύ αργά να κάνω πίσω.
Κι άμα μπει το ένα πόδι στο ψέμα,
πρέπει έπειτα να βάλεις και το άλλο. Και δεν είναι καθόλου άνετα έτσι, σας το ορκίζομαι.
Είναι τόσο απλό να λες την αλήθεια.
Μιά απόλαυση, ιδίως άμα είσαι τεμπέλης. Διότι ξέρεις ότι δεν θα μπερδευτείς μετά, δεν θα έχεις φασαρίες, τρεχάματα.
Ό,τι και να συμβεί, εσένα δεν σε νοιάζει.
Ενώ εμένα... Με παίρνει ο διάολος και με σηκώνει. Διότι δεν πρόκειται για ψεματάκια. Πρόκειται για ψεματάρες, σαν βουνά, σαν τις Άλπεις, που με κάνουν λυώμα, μου ξεριζώνουν την καρδιά και μου τη δίνουν να τη φάω.
Όταν είμαι ερωτευμένος, λέω: δεν σ’ αγαπώ. Κι όταν δεν είμαι ερωτευμένος, λέω: σ’ αγαπώ.
Και μαντεύετε την συνέχεια.
Όχι, δεν παίρνω περίστροφο να τινάξω τα μυαλά μου στον αέρα.
Στέκομαι μπροστά στον καθρέφτη και αρχίζω τις νουθεσίες, βάζω τον εαυτό μου να λέει: δεν θα ξαναπείς ψέματα, δεν θα ξαναπείς ψέματα,
δεν ξαναπείς ψέματα.
Μάταια όμως. Εγώ εκεί, ψέματα, ψέματα, ψέματα. Λέω ψέματα και για σπουδαία πράγματα και για τιποτένια.
Κι αν ποτέ μου ’ρθει να πω, έτσι, κατά τύχη,
ξαφνικά, να πω την αλήθεια, τότε εκείνη στραβώνει, ζαρώνει, μπάζει, κάνει κάτι ανατριχιαστικές γκριμάτσες
και μεταμορφώνεται σε ψέμα.
Οι πιό ασήμαντες λεπτομέρειες ενώνονται, συνεννοούνται μεταξύ τους και αποδεικνύουν ότι είπα ψέμα.
Και δεν είναι ότι μου λείπει το μυαλό. Όταν είμαι μόνος, πάντοτε βρίσκω την απάντηση που πρέπει να δώσω και ξέρω τι πρέπει να προσέξω.
Αλλά μπροστά στους άλλους τα χάνω, δεν μπορώ να βγάλω άχνα
και τότε όλοι με θεωρούν ψεύτη κι εγώ σκύβω το κεφάλι.
Θα μπορούσα να φωνάξω: εσείς λέτε ψέματα. Αλλά δεν βρίσκω την δύναμη.
Τα παρατάω πληγωμένος κι από μέσα μου με τρώει ο θυμός. Κι αυτός ο θυμός μεγαλώνει, μεγαλώνει και γίνεται μίσος.
Δεν είμαι κακός. Ακόμη και καλός μπορώ να πω ότι είμαι. Αλλά μόλις αρχίζουν να με θεωρούν ψεύτη, το μίσος με πνίγει.
Βέβαια έχουν δίκαιο. Το ξέρω ότι έχουν δίκαιο, ότι αξίζω τις προσβολές.
Αλλά κυττάξτε. Εγώ δεν θα ’θελα να λέω ψέματα και δεν ανέχομαι να μην καταλαβαίνουν, ότι λέω ψέματα παρά την θέλησή μου, ότι ο διάβολος με σπρώχνει να τα πω.
Ω, θ’ αλλάξω. Ήδη έχω αλλάξει. Ποτέ πιά ψέματα.
Θα βρω ένα σύστημα να μην λέω ψέματα, να μην ζω πιά σ’ αυτή την τρομερή ακαταστασία του ψέματος.
Θα γιατρευτώ. Θα ξεφύγω. Και θα σας το αποδείξω. Εδώ, μπροστά σε όλους σας, κατηγορώ τον εαυτό μου για τα εγκλήματά μου
Στην πραγματικότητα ντρέπομαι. Αηδιάζω με τα ψέματά μου και θα έτρεχα ως την άκρη του κόσμου, για να μην υποχρεωθώ να τα ομολογήσω.
Και σεις; Εσείς λέτε την αλήθεια; Είστε οι κατάλληλοι άνθρωποι να μ’ ακούσετε;
Γιατί εγώ κατηγορώ τον εαυτό μου, αλλά αυτό εδώ το δικαστήριο έχει δικαίωμα να με δικάσει, να με καταδικάσει ή να μ’ αθωώσει;
Κι όμως πρέπει να λέτε ψέματα. Πρέπει όλοι σας να λέτε ψέματα, διαρκώς ψέματα.
Σας αρέσει να λέτε ψέματα και την ίδια στιγμή να πιστεύετε ότι δεν λέτε.
Εσείς λέτε ψέματα στον ίδιο σας τον εαυτό. Έτσι ακριβώς είναι.
Εγώ δεν λέω ψέματα στον εαυτό μου. Εγώ έχω την ειλικρίνεια να ομολογήσω ότι λέω ψέματα, ότι είμαι ψεύτης.
Εσείς; Εσείς είσαστε δειλοί. Μ’ ακούτε και λέτε από μέσα σας: βρε τον καϋμένο!
Και εκμεταλλεύεστε την ειλικρίνειά μου για να καλύψετε τα δικά σας ψέματα.
Σας έπιασα! Ξέρετε, κύριες μου και κύριοι,
γιατί σας είπα ότι λέω ψέματα, ότι μ’ αρέσουν τα ψέματα;
Δεν ήταν αλήθεια.
Ήταν μονάχα ένα κόλπο για να σας παγιδέψω και να δω πως θα αντιδράσετε.
Εγώ δεν λέω ψέματα. Ποτέ δεν λέω. Απεχθάνομαι το ψέμα και το ψέμα απεχθάνεται εμένα.
Ψέματα σας έλεγα ότι σας έλεγα ψέματα.
Και τώρα βλέπω ότι τα πρόσωπά σας αλλάζουν έκφραση.
Καθένας από σας θα ήθελε να σηκωθεί και να φύγει, για να μην του κάνω κάποια δύσκολη ερώτηση.
Τολμήστε να διαψεύστε. Τολμήστε να με πείτε ψεύτη.
Δεν μιλάει κανένας;
Θαυμάσια! Το περίμενα.
Είναι εύκολο να κατηγορείς τους άλλους, να τους περιγράφεις με τα μελανότερα χρώματα.
Εσείς λέτε ότι εγώ λέω ψέματα κι όμως εσείς τα λέτε. Καταπληκτικό!
Λοιπόν, εγώ δεν λέω ποτέ ψέματα. Τ’ ακούτε; Ποτέ!
Κι αν καμιά φορά είπα κανένα ψεματάκι, ήταν για να βοηθήσω κάποιον, για να μην πληγώσω έναν άλλον, για να αποφύγω ένα δράμα.
Καλοπροαίρετα ψέματα που κατ’ ανάγκην είπα. Είναι κάποιες στιγμές που χρειάζεται να πεις ένα ψεματάκι.
Πως; Τι λέτε; Α... νόμιζα... όχι... διότι...
Θα το έβρισκα περίεργο να κατηγορηθώ εγώ για ένα τόσο δα ψεματάκι. Και μάλιστα από σας.
Ε, αυτό θα καταντούσε αστείο.
Να κατηγορηθώ εγώ για ψεύτης από σας που λέτε ψέματα.
Λοιπόν, ακούστε, τις προάλλες...
αλλά όχι, όχι, όχι... δεν θα με πιστέψετε.
Πάντως όπως και να το κάνουμε
το ψέμα έχει μιά μεγαλοπρέπεια.
Η αλήθεια είναι ότι η αλήθεια
έχει αρκετό βάρος και σε στριμώχνει.
Δηλαδή, εδώ που τα λέμε,
η αλήθεια και το ψέμα έχουν το ίδιο βάρος.
Ίσως λίγο παραπάνω να έχει το ψέμα...
πάντως εγώ δεν λέω ποτέ ψέματα.
Τι; Είπα ψέματα;
Βεβαίως.
Ψέματα σας είπα ότι σας είπα ψέματα.
Τώρα, πότε σας έλεγα ψέματα,
όταν σας έλεγα ότι λέω ψέματα
ή όταν σας έλεγα ότι δεν λέω ψέματα.
Ψεύτης; Εγώ;
Κατά βάθος δεν ξέρω πιά.
Είμαι ψεύτης ή δεν είμαι;
Σας ρωτάω!
Μάλλον είμαι ένα ψέμα.
Ένα ψέμα που λέει πάντα την αλήθεια.
Από το βιβλίο του Ζαν Κοκτώ
«Theatre de poche»,
των εκδόσεων Rocher, Collection Alphee, 1989.
Πρωτότυπος τίτλος : Le menteur.
μετάφραση Γιάννη Φαρμακίδη Βόλος 1993