ΤΑΞΙΔΙΩΤΗΣ
(ένα ποίημα του chricaps ή christos5d)
Άλλοτε δω κι άλλοτε κει
πότε στο τέλος αγκομαχώ
και πότε σπαρταρώ πάλι στην αρχή
μέσα από τοίχους και σώματα
ένα αερικό περνώ
πάνω στο δέρμα της θάλασσας
σαν την πρωινή αύρα γλιστρώ...
Θυμάμαι
κάποιοι σα να με αποκάλεσαν φύλακα άγγελο
και κάποιοι ως τη φοβερή ανάσα του κακού...
Όμως κουράστηκα...
Και εξασθενημένος συχνά
στο μέσον αιωρούμαι του κενού
όπου το επώδυνο μοιάζει με ανώδυνο
και τα δάκρυα γυρνούν σε γέλιο δυνατό
εξώκοσμο
καθώς με κυνηγούν ομιχλώδεις σκιές
εικόνες μπερδεμένες και τρεμάμενες σκηνές...
Σα να μουν στα πλοία των Βίκινγκς κι εγώ
οργώνοντας τον ωκεανό για μία νέα γη.
Και στις θεάρεστες Σταυροφορίες ήμουν εκεί
σφάζοντας γυναικόπαιδα στο όνομα ενός φιλεύσπλαχνου θεού.
Και στη λαμπρότατη Πόλη
που κάποτε όφειλε να πέσει κι αυτή
άνοιξα την κερκόπορτα να μπουν
τα λυσσασμένα ασκέρια των άπιστων εχθρών.
Και στα παρθένα της Δύσης τα μέρη
με τους περήφανους γιους του Μανιτού
από το βάρβαρο εξοντωθήκαμε πολιτισμό των λευκών.
Και στη ψυχορραγούσα Χιροσίμα
περιφερόμουν με τις σάρκες καμμένες φριχτά
από την εκθαμβωτική επίδειξη των δυνατών...
Ω! πόσο κουράστηκα...
Να όμως!Σα ν' ακούω καμπάνες
να χτυπάνε δαιμονισμένα!
και πώς χάνομαι νομίζω, πως βουλιάζω...
Μα δε φοβάμαι πια...
Πόσο αίμα θα χύσω ακόμα;
Πόσοι θάνατοι με προσμένουν;
Πόσο μίσος μου αναλογεί, πόση αγάπη μπορώ να αντέξω;
Πόσοι δαίμονες ακόμα θα με κατατρέξουν;
Πόσοι θεοί είναι να με συντρέξουν;
Ποιος είναι ο προορισμός που δε ζήτησα ποτέ;
Κι ο πόνος μου γίνεται οξύς και συνεχής
η μαγεία μου και τα κόλπα μου ξεθωριάζουν
καθώς πελαγοδρομώ για μια αμφίβολης ποιότητας Ιθάκη...
Ω! Θεοί και δαίμονες, υπηρέτες και αφέντες
πόσο πολύ θέλω να επιστρέψω
στην αληθινή μου αιώνια πατρίδα!!!